Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Γυμνό Σώμα

Είπε:
ψηφίζω το γαλάζιο.
Εγώ το κόκκινο.
Κι εγώ.


Το σώμα σου ωραίο.
Το σώμα σου απέραντο
Χάθηκα στο απέραντο.


Διαστολή της νύχτας.
Διαστολή του σώματος.
Συστολή της ψυχής.


Όσο απαμακρύνεσαι
σε πλησιάζω.

Ένα άστρο
έκαψε το σπίτι μου.

Οι νύχτες με στενεύουν
στην απουσία σου.
Σε αναπνέω.

Η γλώσσα μου στο στόμα σου,
η γλώσσα σου στο στόμα μου -
σκοτεινό δάσος....
οι ξυλοκόποι χάθηκαν
και τα πουλιά.

Όπου βρίσκεσαι
υπάρχω.

Τα χείλη μου
περιτρέχουν τ' αυτί σου.

Τόσο μικρό και τρυφερό
πώς χωράει
όλη τη μουσική;

Ηδονή -
πέρα απ' τη γέννηση,
πέρα απ΄το θάνατο...
τελικό κι αιώνιο
παρόν.

Αγγίζω τα δάχτυλα
των ποδιών σου.
Τι αναρίθμητος ο κόσμος.

Κάτω απ΄όλες τις λέξεις
δύο σώματα ενώνονται
και χωρίζουν.

Μέσα σε λίγες νύχτες
πώς πλάθεται και καταρρέει
όλος ο κόσμος;

Η γλώσσα εγγίζει
βαθύτερα απ' τα δάχτυλα.
Ενώνεται.

Τώρα
με τη δική σου αναπνοή
ρυθμίζεται το βήμα μου
κι ο σφυγμός μου.

Δυό μήνες που δε σμίξαμε.
Ένας αιώνας
κι εννιά δευτερόλεπτα.

Τι να τα κάνω τ' άστρα
αφού λείπεις;

Με το κόκκινο του αίματος
είμαι.
Είμαι για σένα.

Γιάννης Ρίτσος

Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Επέστρεφε


Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,

αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με --
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,
κ' επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα·
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ' αισθάνονται τα χέρια σαν ν' αγγίζουν πάλι.

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται....



Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Φαουστ...


Παρακολούθησα χθες την παράσταση Φαουστ του Γκαίτε στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Πρόκειται για ένα πείραμα ουσιαστικά μιας και 5 σκηνοθέτες έχουν αναλάβει απο ένα τμήμα της παράστασης, και μαζί με τη σκηνοθεσία αλλάζουν και οι πρωταγωνιστές, εκτός απο τον Μεφιστοφελη. Μία ριψοκίνδυνη άποψη, που μπορεί να οδηγήσει σε διάσπαση του έργου και έλλειψη συνοχής μεταξύ των τμημάτων, καθώς ο κάθε σκηνοθέτης μπορούσε να σκηνοθετήσει αυθαίρετα το κομμάτι του, χωρίς να νοιαστεί για την ομοιομορφία της παραστασης.
Κάτι τέτοιο ευτυχώς αποφεύχθηκε στην παράσταση του Εθνικού, καθώς φαίνεται πως υπήρχε πνεύμα συνεργασίας μεταξύ των συντελεστών, ώστε οι σκηνοθετικές απόψεις να αλλάζουν ανάλαφρα και χωρίς να το καταλαβαίνει ο θεατής. Μόνο τα χαρακτηριστικά στοιχεία του καθενός μπόρεσαν να διακριθούν, ωστέ να μη χαθεί η ταυτότητα του, αλλα χωρίς να χαθεί και η ομοιογένεια του συνόλου.
Οι προσπάθειες των ηθοποιών απέδωσαν και μπορεί να γίνει λόγος για ένα πολύ δυνατό σύνολο, δεμένο και με εμφανείς τις προσπάθειές τους για ένα άρτιο αποτέλεσμα. Το κείμενο της παράστασης, ποιητικό, φιλοσοφικό, χωρίς να αποκλείνει από το πρωτότυπο του Γκαίτε ωστε να μιλάμε για ένα καινούργιο έργο ή για μία διασκευή, και συνάμα μοντέρνο ώστε να δικαιολογεί το χαρακτηρισμό του πειράματος.
Έαν κάποιος αρέσκεται στο θεατρικό πειραματισμό, και όχι στις παλαιομοδίτικες και απαρχαιωμένες σκηνοθεσίες, τότε ο Φάουστ πρόκειται για μία αξιολογότατη πρόταση.

Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Σίλβια Πλαθ...


Η Σίλβια Πλαθ γεννήθηκε στη Βοστώνη το 1932 από πατέρα εξόριστο γερμανό ναζιστή και μητέρα εβραϊκής καταγωγής. Μεγαλώνει σε μεσοαστικό περιβάλλον και εκδίδει το πρώτο της ποίημα στην άγουρη ηλικία των οκτώ ετών, όταν άλλα κοριτσάκια μαθαίνουν να φτιάχνουν φιόγκους. Εκείνη την περίοδο πεθαίνει ο πατέρας της. Ισως λόγω της κυριαρχικής μητέρας της η Σίλβια ακολουθεί την παιδιάστικη εμμονή της υποδειγματικής κόρης συλλέγοντας «άριστα» και βραβεία. Φοιτεί στο Smith College και το καλοκαίρι του τρίτου της έτους («το παράξενο και αποπνικτικό καλοκαίρι που οι Ρόζενμπεργκ πέθαναν στην ηλεκτρική καρέκλα») επισκέπτεται τη Νέα Υόρκη έχοντας κερδίσει στον διαγωνισμό του περιοδικού «Mademoiselle». Επιστρέφοντας, μια απόρριψη από το Harvard μαζί με μια υπερβάλλουσα ευαισθησία την οδηγούν στην πρώτη της απόπειρα αυτοκτονίας. Η θεραπεία της εποχής περιλαμβάνει απανωτά ηλεκτροσόκ, ωστόσο θα «αναρρώσει» για να επιστρέψει δριμύτερη και να αποφοιτήσει summa cum laude από το Smith College. Περιπέτεια την οποία αργότερα περιγράφει στην αυτοβιογραφική νουβέλα της «Γυάλινος κώδων» ­ πρωτοδημοσιεύεται (με ψευδώνυμο για να μη διαβαστεί από τη μητέρα της) μόλις ένα μήνα πριν από τον θάνατό της.

Το 1955 φοιτεί στο Κέιμπριτζ, όπου γνωρίζει τον βρετανό ποιητή Τεντ Χιουζ. «Οταν μου φίλησε τον λαιμό, τον δάγκωσα για ώρα και με δύναμη στο μάγουλο και όταν βγήκαμε από το δωμάτιο αίμα έτρεχε στο πρόσωπό του» έγραψε σχετικά... Πώς να μιλήσεις για τη Σίλβια Πλαθ απαλείφοντας τον Τεντ Χιουζ ­ «τον μοναδικό άντρα που συνάντησα εδώ που αξίζει να τον ανταγωνιστώ και να είμαι ίση του»; Οι αντιστοιχίες της γραφής τους φωνάζουν και για το είδος της σχέσης τους... Σύντομα παντρεύονται, ζουν στη Βρετανία και μετά στη Βοστώνη, όπου η Πλαθ παρακολουθεί σεμινάρια ποίησης από τον Ρόμπερτ Λόουελ. Η «εξομολογητική» ποίηση του Λόουελ καθιερώνεται εκείνη την εποχή και σαφώς την επηρεάζει. (Το 1959 δημοσιεύεται η συλλογή του Λόουελ «Life Studies».) Ο Χιουζ και η συμβία του διδάσκουν στα κολέγια Amherst και Smith αντιστοίχως αλλά αποφασίζουν να επιστρέψουν στο Λονδίνο για να αφοσιωθούν στην κλίση τους. Το 1960 γεννιέται το πρώτο τους παιδί σχεδόν παράλληλα με την κυκλοφορία της πρώτης ποιητικής συλλογής της Πλαθ «The Colossus». Ακριβή και καλοδουλεμένα, τα ποιήματα αυτά ωστόσο δίνουν μόνο κάποιες νύξεις όσων θα έγραφε στις αρχές του 1961.

Είναι δύσκολο για την Πλαθ να αγνοήσει τις δυσκολίες της οικογενειακής ζωής ­ η ανεξαρτησία είναι το αντίθετο του γάμου και η μητρότητα σαρώνει την ήδη ασταθή ισορροπία της. Οπως τίποτε δεν είναι απλό με την περίπτωσή της, η υποκειμενικότητα χορεύει με το αλλόκοτο και όλες οι αποδείξεις είναι εκεί: η ιδιοφυΐα είναι κατάρα, όχι χάρισμα. Στα 30 της έχει δύο παιδιά μα μόνο ένα βιβλίο δημοσιευμένο. Το 1962 το σπίτι τους διαλύεται, ο Χιουζ την εγκαταλείπει για μια άλλη και εκείνη επιστρέφει στο Λονδίνο. Ο χειμώνας αυτός είναι από τους πιο δριμείς στην ιστορία, η απουσία του συζύγου - δεσμοφύλακα - επιμελητή τής φέρνει πιο έντονα στον νου τον θαυμαστό - μισητό γερμανό πατέρα που δεν έζησε («Μπαμπά, έπρεπε να σε σκοτώσω / πέθανες πριν προλάβω»). Γράφει το ξημέρωμα όταν τα παιδιά (Φρίντα και Νίκολας) κοιμούνται. Πάντως όσο πιο βαθιά χώνεται στην αυτοκαταστροφή τόσο η καθαρότητα των στίχων της λάμπει ­ παράδοξο εξίσου συχνό στους ρομαντικούς ποιητές. Στην περίπτωση της Πλαθ γίνεται ασφυκτική πραγματικότητα: ένα πρωινό του Φεβρουαρίου του 1963 φτιάχνει πρόγευμα για τα μικρά, το βάζει στον δίσκο. Υστερα χώνει το κεφάλι της στον φούρνο και αυτοκτονεί.

"Η γυναίκα έχει τελειοποιηθεί. Το νεκρό Κορμί της ντυμένο με το χαμόγελο της εκπλήρωσης, Η ψευδαίσθηση μιας Ελληνικής αναγκαιότητας Ρέει στις πτυχές της τηβέννου της. Τα εκτεθειμένα της Πόδια φαίνονται να λένε: Ως εδώ φτάσαμε, αρκεί."

Το έγραψε στις 5 Φεβρουαρίου του 1963. Έξι μέρες πριν από το θάνατό της. Η Σύλβια γνώριζε. Η Σύλβια Πλαθ είχε σχέδιο.
Ετσι, η 11η Φεβρουαρίου του 1963, ήταν μια μέρα λίγο πιο σκοτεινή, λίγο πιο καταθλιπτική, λίγο πιο βαριά απ' τις συνηθισμένες. Και η Σύλβια Πλαθ δεν μπόρεσε να την αντέξει.

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2009

Το ημερολόγιο ενός απατεώνα...


Αποφασισμένος να φτάσει πολύ ψηλά, ο νεαρός Γκλούμοφ χρησιμοποιεί όλα τα απαραίτητα όπλα για να εξελιχθεί στους κόλπους της ρωσικής αστικής κοινωνίας: κολακείες, ερωτικές εξομολογήσεις, εξυπηρετήσεις κάθε μορφής, συκοφαντίες είναι κάποια μόνο από τα μέσα της στρατηγικής του, που έχει σαν τελικό στόχο έναν πλούσιο γάμο. Το θράσος του είναι τόσο μεγάλο, ώστε κρατάει σε ημερολόγιο τα κατορθώματα και τις αληθινές του σκέψεις για τα πρόσωπα που τον περιβάλλουν. Ακόμη όμως κι όταν αποκαλυφθεί η μηχανορραφία του, οι διαπλοκές που έχει δημιουργήσει είναι τόσο βαθιές, που αποδεικνύονται αρκετές για να τον «αθωώσουν».

Ένα ξεχασμένο έργο, άξιο δείγμα του ρωσικού ρεαλισμού, "Το ημερολόγιο ενός απατεώνα", του Αλεξάντρ Οστρόφσκι, είχα την τύχη να δω προχθές στην σκηνή Κοτοπούλη του Εθνικού Θεάτρου. Ένα έργο, το οποίο θα μπορούσε να αποδοθεί αρκετά συντηρητικά και να καταντήσει βαρετό, αλλά και αρκετα αφαιρετικά ώστε να μεταλλαχθεί σε ένα νέο, ανεβασμένο σε μία σχετικά λιτή, σχετικά μοντέρνα αλλά αρκετά κλασική σκηνοθεσία εν κατακλείδι του κυρίου Κακλέα. Αν και προτιμώ τα πιο σύγχρονα ανεβάσματα, νομίζω πως η ασφαλής λύση σε ορισμένες παραστάσεις μπορεί να είναι σωτήρια, δεδομένου του αριθμού των ηθοποιών του Εθνικού, αλλά και της υπερβολικά μεγάλης σκηνής του Κοτοπουλη, μπορώ να πω πως η σκηνοθεσία αξιοποίηση σε αρκετά καλό βαθμό τα παραπάνω, και έδωσε στο κοινό ένα αξιοπρεπές θέαμα. Σε αυτό βοήθησαν βέβαια και οι ηθοποιοί τόσο οι νέοι όσο και οι παλιοί, με πολύ καλές ερμηνείες ιδιαίτερα απο Πιατά, Κομνηνού, Κοκκίδου και Σεϊρλή.
Μία κωμωδία λοιπόν, καλοστημένη και καλοπαιγμένη μας προσφέρει αυτή την περίοδο το Εθνικό, για να μας κάνει να αναλογιστούμε πόσους απατεώνες έχουμε -θελημένα ίσως- στη ζωή μας.

Πέμπτη 12 Φεβρουαρίου 2009

Δεσποινίς Μαργαρίτα...


« Καλησπέρα σας. Οπως ήδη γνωρίζετε είμαι η καινούργια σας δασκάλα. Ονομάζομαι Δεσποινίς Μαργαρίτα. Το γράφω στον πίνακα για να το θυμάστε. Πριν αρχίσουμε,θα ήθελα να γνωριστούμε λιγάκι. Στη συνέχεια θα σας πω δυο λόγια για τη σημασία της εκπαίδευσης. Υπάρχει κανείς εδώ μέσα που να ονομάζεται Μεσσίας; Ιησούς; Οχι; Αγιο Πνεύμα; Κάποιος σε αυτήν την τάξη που να ονομάζεται Αγιο Πνεύμα; Είστε σίγουροι; Ωραία. Η Διεύθυνση μου το είχε πει πως είσθε ένα καλό τμήμα».

Κάπως έτσι ξεκινά το έργο του βραζιλιάνου Ρομπέρτο Ατάιντε, "Δεσποινίς Μαργαρίτα". Είναι ένας μονόλογος μιας υστερικής δασκάλας που προσπαθεί να διδάξει τους μαθητές της διάφορα πράγματα για τη ζωή. Ένας μονόλογος εριστικός, απρεπής, χυδαίος, που όμως κρύβει πολλές αλήθειες για την κοινωνία μας αλλά και για τον καθένα μας χωριστά. Μπορεί ο τρόπος το μαθήματος της να μην είναι ο καλύτερος, μα η Δεσποινίς Μαργαρίτα, μας παιδεύει εντέλει, με την αρχαία σημασία του ρήματος, μέσα από τη προσπάθεια της να διδάξει ένα μάθημα, που καταλήγει σε έναν απολογισμό του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Πράγματι, η "Δεσποινίς Μαργαρίτα" είναι ένα ρηξικέλευθος μονόλογος - γι αυτό εξάλλου και απαγορεύτηκε όταν πρωτογράφτηκε, καπου 35 χρόνια πριν-, τον οποίο και απέδωσα εξαιρετικά μία από τις μεγάλες κυρίες του θεάτρου μας, η Όλια Λαζαρίδου, καθοδηγούμενη για ακόμη μία φορά απο την Άντζελα Μπρούσκου, στη Νέα Σκηνή του Απλού Θεάτρου. Πραγματικά η ώρα κυλάει απολαυστικά, και νιώθω τυχερός που παρακολούθησα αυτή την παράσταση.

Δεν συστήνεται για όσους δεν έχουν κριτική σκέψη, και για εκείνους που είναι πλήρως ικανοποιημένοι με την κατάσταση τους και αρέσκονται να παραμείνουν έτσι.

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

Αντί προλόγου


Χαιρετε, Χαιρετε,
Εν μεσω εξεταστικής δε θα γράψω πολλά, μην σας κουράσω κι όλας. Κατ'αρχάς θα ευχηθώ μια καλή αρχή στο ιστολόγιο μου! Και μιας που αναφέρθηκα σε αυτό ας πω και δυο λογάκια για το τι πρόκειται να κάνω με αυτό. "Γυάλινος Κώδων", Βell Jar στην αγγλική, τιτλοφορείται το πρώτο και τελεύταιο μυθιστόρημα της Σύλβια Πλάθ, στο οποίο η ηρωίδα Εσθερ ζει στο δικό της Γυάλινο Κώδωνα, στη δική της πραγματικότητα. Ο κώδων του mr. k. δεν έχει πολύ σχέση με εκείνον της Έσθερ, εκτός φυσικά απο το όνομα. Εδώ θα παραθέσω τις απόψεις μου για τις τέχνες, πάσης μορφής αλλά και τα ταξίδια, ή μάλλον για τα ταξίδια γενικότερα, γιατί και η τέχνη ένα ταξίδι αποτελεί...Όσοι πιστοί, λοιπόν, προσέλθετε!
Και για να μη μακρηγορώ άλλο,

let the journey begin